Χωρίς να μπούμε στη συζήτηση κατά πόσον είναι σωστό ή σύννομο να γράφει κάποιος στους τοίχους των κτιρίων της πόλης, έχει πραγματικά μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε τη γεωγραφία όσων γράφονται σήμερα. Πώς από «Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία» και τις συλλογικές διεκδικήσεις περάσαμε στο «Βερενίκη σ’ αγαπώ» ή ακόμα περισσότερο στην παραδοχή «βαριέμαι» ;
Μόλις πριν από μερικά χρόνια, τα συνθήματα που δημοσιοποιούνταν διά της τοιχογραφίας αφορούσαν πολλούς ανθρώπους, αν όχι την πλειοψηφία αυτών που θα τα έβλεπαν. Μια φράση έφτανε να «φωνάζει» στον τοίχο της πόλης, αφού πρώτα είχε ταξιδέψει από στόμα σε στόμα και είχε φτάσει να εκφράζει ένα συνολικό αίτημα, μια διαπίστωση, ευχή, παραδοχή.
Το αν αγαπάς τη Βερενίκη ή όποια άλλη, κανονικά είναι κάτι που εμπιστεύεσαι στους φίλους σου, δεν είναι όμως κάτι που είναι σημαντικό για τον δημόσιο βίο, δεν αφορά τη ζωή πολλών ανθρώπων. Ποιον αφορά αν στην καρδιά σου έχει φωλιάσει η Βερενίκη, η Κατερίνα ή όποια άλλη; Τα τελευταία χρόνια, όμως, το ατομικό μοιάζει να περνάει εύκολα στη σφαίρα του συλλογικού χωρίς να περάσει τις εξετάσεις της υιοθεσίας από τους πολλούς.
Σύνθημα στον δημόσιο τοίχο αξίζει να γίνει ό,τι μου έρθει στο μυαλό. Ο,τι πιστεύω ή σκέφτομαι εγώ, σήμερα, εδώ και τώρα, πρέπει να το μάθουν όλοι.
Οι τοίχοι της πόλης λειτουργούν σαν μία ακόμα προσωπική σελίδα στο facebook, όπου γράφουμε οτιδήποτε μας αφορά με την αλαζονεία και την αυταράσκεια ότι όλοι ενδιαφέρονται αν πίνουμε τσίπουρα, βλέπουμε τηλεόραση ή βαριόμαστε. Από την άλλη, στο facebook απευθυνόμαστε τουλάχιστον στους «φίλους» μας, σε εκείνους που έχουν διαλέξει να μαθαίνουν νέα μας.
Στον δρόμο, τι φταίει ο περαστικός ;
Είναι ολοφάνερο ότι έχουμε περιορίσει το εύρος της έννοιας «σημαντικό», φέρνοντάς το ο καθένας στα δικά του μέτρα. «Σημαντικό», sur messure. Σημείο των καιρών αλλά και κατάντια, γιατί αυτό σημαίνει ότι χάσαμε την ικανότητα να βλέπουμε γύρω μας, να αφουγκραζόμαστε τους άλλους, να κατανοούμε, να μοιραζόμαστε.
Το εντυπωσιακό είναι ότι οι μουντζούρες στους τοίχους κτιρίων που πολλές φορές μόλις την προηγούμενη ημέρα έχουν βαφτεί, σε μια προσπάθεια να καθαρίσει η πόλη, γίνονται κυρίως από ανθρώπους που διατείνονται ότι πιστεύουν στο συλλογικό. Στην πράξη, όμως, χρησιμοποιούν το δημόσιο σαν να είναι μόνο δικό τους χωράφι. Μουντζουρώνουν τους τοίχους των κτιρίων της πόλης, όπως φτιάχνουμε άτεχνα σχήματα, αφηρημένοι, σε ένα κομμάτι χαρτί καθώς μιλάμε στο τηλέφωνο.
Το αποτέλεσμα πληγώνει το μυαλό και την ψυχή των ήδη ταλαιπωρημένων κατοίκων αυτής της πόλης.
Τάνια Γεωργιοπούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου