Πέμπτη 9 Οκτωβρίου 2014

Αυτή Είναι η Γενιά των 300 Ευρώ


Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που μιλούσαμε για την «γενιά των 700 ευρώ» – τότε που τα 700 ευρώ σε κάποιους φάνταζαν λίγα χρήματα. Ο καιρός πέρασε, τα 700 ευρώ έγιναν 500, για να φτάσουμε στο σήμερα όπου αυτά τα λεφτά για αρκετούς ανθρώπους -και ιδιαίτερα τους νέους- μοιάζουν με σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Το νέο εργασιακό τοπίο που διαμορφώνεται τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει στη γενίκευση της ευέλικτης εργασίας σε συνδυασμό με τις χαμηλές αμοιβές υπό την απειλή της ανεργίας. Το “θα δεχτώ να δουλέψω με λίγα έστω κι ανασφάλιστος προκειμένου να μην είμαι άνεργος”, είναι η σκληρή αποδοχή της κατάστασης. Η νέα εργασιακή κουλτούρα διαμορφώνεται με τη δωρεάν ή ανασφάλιστη εργασία, με τους μισθούς που συγκρίνονται με ένα καλό χαρτζιλίκι, με το φόβο της απόλυσης, με την συνεχή ανασφάλεια, τα περιορισμένα δικαιώματα και τις απλήρωτες υπερωρίες.

Με το 2ο Μνημόνιο, το Φεβρουάριο του 2012, ο κατώτατος μισθός μειώθηκε κατά 22% και έφτασε τα 586 ευρώ μεικτά, ενώ για τους νέους κάτω των 25 ετών υπήρχε 32% μείωση, με το μισθό να ανέρχεται στα 511 ευρώ μεικτά. Κι αν μέχρι πρόσφατα μιλούσαμε για τη γενιά των 500 ευρώ, νέα στοιχεία από τη μελέτη του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, που δημοσιεύτηκαν στα Νέα, αποδεικνύουν ότι ένας στους τρεις εργαζομένους στον ιδιωτικό τομέα αμείβεται με 300 ευρώ καθαρά (έως 440 ευρώ μεικτά) αφού απασχολείται με μειωμένο ωράριο, μερική απασχόληση, εκ περιτροπής εργασία κ.ά.

Η γενιά των 300 ευρώ που έχει ήδη διαμορφωθεί δεν είναι απλώς αριθμοί και στοιχεία, αλλά άνθρωποι που ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, βλέποντας τα όνειρά τους να καταρρέουν. Οι περισσότεροι, αναγκάζονται να μένουν ακόμα στο παιδικό τους δωμάτιο, να επιβαρύνουν τις οικογένειές τους οικονομικά, να μην βλέπουν μέλλον στο επάγγελμα που έχουν σπουδάσει και να είναι πρόθυμοι στην οικονομική μετανάστευση. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει ότι ενώ απευθυνθήκαμε σε πολλά άτομα για το συγκεκριμένο ρεπορτάζ, ο φόβος ότι η δημοσιοποίηση της εργασιακής τους κατάστασης μπορεί να σταθεί αφορμή να χάσουν τη δουλειά τους, τους αποθάρρυνε από το να μιλήσουν επώνυμα.


Αγγελική

Είμαι 19 χρόνων και δουλεύω σε τηλεφωνικό κέντρο ως υπάλληλος τηλεφωνικής εξυπηρέτησης. Βγάζω 215 ευρώ καθαρά το μήνα συν ασφάλιση για 4 ώρες τη μέρα, 5 μέρες την εβδομάδα. Σπουδάζω Πολιτική Επιστήμη και Δημόσια Διοίκηση στο ΕΚΠΑ. Η αλήθεια είναι ότι η επαγγελματική αποκατάσταση από το τμήμα μου ήταν περιορισμένη ακόμα και προ κρίσης. Μένω μόνη μου αλλά σε σπίτι που είχα απ΄την οικογένεια μου, οπότε δεν έχω ενοίκιο και σε αυτό το θέμα θεωρώ ότι είμαι πραγματικά τυχερή. Όπως είναι φυσικό, δε ζω από τα χρήματα που παίρνω. Τα περισσότερα έξοδά μου καλύπτονται απ΄την οικογένεια μου. Για την ακρίβεια, ό,τι έξοδα αφορούν αφ’ενός εκπαιδευτικά θέματα όπως ξένες γλώσσες, αφ’ετέρου την συντήρηση του σπιτιού μου όπως ρεύμα, νερό, εφορία τα έχουν αναλάβει οι γονείς μου. Εγώ, καλύπτω τα προσωπικά μου έξοδα, τις εξόδους μου, βενζίνες, ψώνια, τις διακοπές κι ό,τι άλλο προκύψει. Επίσης προσπαθώ να κρατάω και κάποια χρήματα στην άκρη για περιόδους που μένω χωρίς δουλειά. Σίγουρα αυτή η κατάσταση δεν είναι ό,τι καλύτερο για το ξεκίνημα της επαγγελματικής ζωής. Σε όλες τις δουλειές που έχω κάνει έπαιρνα αυτά τα χρήματα επομένως κατά κάποιο τρόπο έχω μάθει να τα θεωρώ φυσιολογικά και να προσαρμόζομαι σε αυτά. Ωστόσο, προσπαθώ να είμαι αισιόδοξη και να πιστεύω πως σε 3 με 5 χρόνια που θα τελειώνω τις σπουδές μου, θα έχει αλλάξει προς το καλύτερο η κατάσταση στην αγορά εργασίας. Όταν είναι τόσο χαμηλοί οι μισθοί, για έναν φοιτητή το να δουλεύει είναι λίγο δίκοπο μαχαίρι. Ειδικά σε περιπτώσεις πολύ απαιτητικών σχολών, με καθημερινή απασχόληση είναι δύσκολο να μην μείνουν λίγο πιο πίσω οι σπουδές. Εγώ, ευτυχώς, δεν αντιμετωπίζω πρόβλημα στο να συνδυάζω δουλειά και σχολή οπότε δουλεύω ακόμα και με αυτήν την αμοιβή. Ειδικά όταν βλέπω τον πατέρα μου να δουλεύει όλη μέρα, νομίζω είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω για να τον επιβαρύνω όσο το δυνατόν λιγότερο.


Βαγγέλης

Είμαι 25 ετών και δουλεύω ως ασκούμενος σε δικηγορικό γραφείο καθημερινά για 8 ώρες και παίρνω 300 ευρώ το μήνα. Την ασφάλιση οι ασκούμενοι δικηγόροι την πληρώνουν μόνοι τους από το μηνιάτικο που παίρνουν και το υποχρεωτικό ταμείο είναι 40 ευρώ το μήνα. Μένω ακόμα με τους δικούς μου και φυσικά θα ήθελα να είμαι μόνος μου, για να μπορώ να έχω άνετη προσωπική ζωή, αλλά τα 300 ευρώ μου φτάνουν για τα προσωπικά μου έξοδα, όλα τα υπόλοιπα στέγη, τροφή τα καλύπτουν οι γονείς μου. Και δεν ζητάω πλέον εκείνους, παρά μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις. Με αυτά τα λεφτά δεν επιβιώνεις, δεν μπορείς να ζήσεις, είναι απλώς ένα καλό χαρτζιλίκι για το μήνα σου. Η κατάσταση στα εργασιακά είναι άθλια. Η ταρίφα των ασκούμενων ήταν πάντα σε αυτά τα επίπεδα, αλλά πλέον αυτή η κατάσταση με τους μισθούς των 300 και 400 ευρώ είναι γενικευμένη. Κάποτε μας έλεγαν η γενιά των 700 ευρώ. Τώρα είμαστε η γενιά των 300 με πτυχία και μεταπτυχιακά.


Κωνσταντίνα

Είμαι 19 χρόνων και δουλεύω σε μαγαζί με ρούχα. Βγάζω περίπου 200-250 ευρώ κι έχω συμφωνήσει να εργάζομαι πενθήμερο 4ωρο αλλά στην πραγματικότητα δουλεύω παραπάνω ώρες από τις οποίες πληρώνομαι όσες θεωρεί το αφεντικό ότι χρειάζονται.Μπαίνω στο β΄ετος στη Θεολογική σχολή στο τμήμα Κοινωνικής Θεολογίας.Ένας απόφοιτος Κοινωνικής Θεολογίας έχει τη δυνατότητα πέρα από θεολόγος, να εργαστεί και ως κοινωνικός λειτουργός, ενώ ακόμα έχει την ευκαιρία μ’ ένα αντίστοιχο μεταπτυχιακό να εργαστεί ως εγκληματολόγος, φιλόλογος, ψυχολόγος, κοινωνιολόγος. Θεωρώ ότι αυτού του είδους τα επαγγελμάτα στην εποχή μας δεν έχουν μεγάλη απορρόφηση. Όμως, εφόσον αγαπάς κάτι και θέλεις να εργαστείς πάνω σ’ αυτό, μπορεί να ψάξεις πολύ αλλά θα βρεις κάτι αν έχεις πραγματική θέληση γι’ αυτό.Το χειρότερο που μου έχει συμβεί στη δουλειά είναι να δέχομαι έντονο φλερτ κατά τις ώρες της εργασίας μου από ανθρώπους που δεν ανήκαν στον εργασιακό μου χώρο.Υπήρχαν κάποιοι συγκεκριμένοι που ήταν της γειτονιάς ή και πελάτες. Πέρα απ’ το ότι αισθάνομαι εγώ πολύ άσχημα, μου δημιουργούν πρόβλημα με τους ανωτέρους μου. Ζω με τους γόνεις μου δυστυχώς ή ευτυχώς αφού τα οικονομικά μου και οι παρούσες συνθήκες διαβίωσης δεν μου επιτρέπουν να φύγω απ’ το σπίτι. Εννοείται ότι θα προτιμούσα να ζω μόνη μου και να έχω πλήρη ανεξαρτησία αλλά κι έτσι καλά είναι. Ευτυχώς που έχω τους γονείς μου και που μπορώ και μένω μ’ αυτούς και αν χρειαστεί με βοηθάνε. Τα χρήματα που βγάζω καλύπτουν τα απολύτως απαραίτητα και βασικά τις εξόδους μου καθώς δε θέλω ούτε να ζητάω, ούτε να επιβαρύνω τους δικούς μου. Εκτιμούν το γεγονός ότι καταλαβαίνω πως έχει η κατάσταση και ότι προσπαθώ να βοηθήσω όσο γίνεται. Βλέπεις νέα παιδιά και φοιτητές να έχουν μεγάλη ανάγκη να εργαστούν, κι αυτήν τους την ανάγκη τις περισσότερες φορές να την “εκμεταλλεύονται” οι εκάστοτε εργοδότες είτε αθετώντας συμφωνίες, είτε έχοντας παντελή έλλειψη σεβασμού της προσωπικότητας του εργαζομένου, είτε πληρώνοντας με χαμηλούς μισθούς.


Πέτρος

Είμαι 19 χρονών και δουλεύω ως freelancer photographer και ανά καιρούς φωτογραφίζω σε νυχτερινά μαγαζιά. Βγάζω περίπου 300 ευρώ αναλόγως τι δουλειά θα έχω. Σπουδάζω φωτογραφία σε ΙΕΚ και γενικά είμαι αισιόδοξος άνθρωπος σε μία χώρα που σε απογοητεύει. Ειδικά σαν φωτογράφος στην Ελλάδα σε αντιμετωπίζουν σαν τεχνίτη και όχι σαν καλλιτέχνη, κι αν δεν κάνεις γάμους και βαφτίσια δύσκολα βγαίνει το μεροκάματο. Ζω με τους δικούς μου, αλλά σίγουρα θα ήθελα να ζω μόνος μου ή με κάποιον φίλο μου αλλά είναι δύσκολο γι’ αυτό και μένω σπίτι μου και βοηθάω όσο πιο πολύ μπορώ την οικογένεια μου. Με τα χρήματα που βγάζω καλύπτω τις εξόδους μου, τα ρούχα μου και το internet, αλλά πολλές φορές ούτε αυτά, γιατί μπορεί να μην έχω κάτι στάνταρ για δουλειά. Πώς βλέπω αυτή την κατάσταση; Σαν μια καλή προετοιμασία για όσα έρχονται. Ή μάλλον όχι, θέλω να βλέπω το ποτήρι μισογεμάτο γι’ αυτό το βλέπω σαν εμπειρίες που με κάνουν πιο σοφό και πιο δυνατό για όσα έρχονται στο μέλλον και θα με βοηθήσουν να τα βγάλω πέρα. Η Ελλάδα είναι μια χώρα γεμάτη ταλέντα και νεολαία που κοιμάται πίσω από μια οθόνη και μια ρουτίνα που η καθημερινότητα μας έχει χτίσει και είναι πολύ κρίμα. Δυστυχώς είμαστε η γενιά τον 300 ευρώ που πρέπει κάπως έτσι να τα καταφέρουμε και όσο κοιμόμαστε και δεν δημιουργούμε παραμένουμε ακατέργαστα διαμάντια.


Στεφανία

Είμαι 24 ετών. Δουλεύω σε μία καφετέρια-μπαρ στην Αγία Παρασκευή και βγάζω κοντά στα 300 ευρώ. Σπάνια κάνω υπερωρίες, αλλά όταν κάνω τις πληρώνομαι. Έχω τελειώσει Visual arts με υποπτυχίο στην ιστορία της τέχνης. Στον τομέα μου φαίνεται να μην υπάρχει μέλλον για την ώρα κι οτιδήποτε κάνω είναι εθελοντικό. Παράλληλα με τη δουλειά μου, η οποία είναι 3 με 4 φορές την εβδομάδα, τις υπόλοιπες μέρες είμαι συνήθως εθελόντρια σε εκθέσεις τέχνης, φεστιβάλ και άλλες δράσεις. Αφού δεν μπορώ να βρω δουλειά που να σχετίζεται με τον κλάδο μου, προτιμώ να μένω κοντά στα εικαστικά ως εθελόντρια παρά να απέχω. Ζω με τους γονείς μου, που ευτυχώς έχουμε πολύ καλές σχέσεις και τον Σεπτέμβριο του 2015 στοχεύω να μετακομίσω στο Λονδίνο για να κάνω μάστερ. Τα 300 ευρώ προφανώς δεν είναι αρκετά παρόλο που δεν έχω έξοδα σπιτιού. Καταφέρνω να βγάζω λεφτά και από άλλα πράγματα παράλληλα, πουλώντας κανέναν πίνακα, κάνοντας καμία διαφήμιση, πουλώντας στο ίντερνετ πράγματα που δεν χρειάζομαι κλπ. Δουλεύω από τα 18 μου, κάνω οικονομίες και και δε ζητάω λεφτά από τους γονείς μου. Μου μένουν 11 μήνες στην Ελλαδα ακόμα. Όταν μετακομίσω στο Λονδίνο θα δουλεύω παράλληλα με τις σπουδές μου και θα καλύπτω έτσι τα έξοδά μου. Ελπίζω όταν τελειώσω το μεταπτυχιακό μου και έρθω ξανά στην Ελλάδα να δω κάτι τελείως διαφορετικό. Αυτό βέβαια είναι κουβέντα να λέγεται, σαν όνειρο ακούγεται, δεν πιστεύω στην ουσία πως τα πράγματα θα αλλάξουν τόσο. Άμα τα πράγματα παραμένουν ίδια θα πάρω τους δικούς μου και θα πάμε σε κάποια άλλη χώρα. Έτσι κι αλλιώς όλα εμπειρία είναι.


Εδουάρδος

Είμαι 26 και δουλεύω σε δύο δουλειές. Το πρωί σε καφετέρια οχτάωρο και το απόγευμα ως δάσκαλος σε σχολή χορού για τέσσερις ώρες. Πολύ συχνά όμως μένω περισσότερες ώρες, για τις οποίες σπάνια τις έχω πληρωθεί. Συνεχίζω τις σπουδές μου στο χορό και παράλληλα δουλεύω για να τις τελειώσω. Στο επάγγελμα του δασκάλου χορού που είναι η ειδικότητά μου, ο πολιτισμός ποτέ δεν είχε στην Ελλάδα σοβαρή αντιμετώπιση από τους κρατικούς μηχανισμούς κι έχει από τα χαμηλότερα διαθέσιμα κονδύλια από τον κρατικό προϋπολογισμό. Με αυτές τις συνθήκες, δεν γίνεται να τα βγάλω πέρα πληρώνοντας και δικό μου σπίτι κι έτσι ζω με τους γονείς μου. Όμως γι’ αυτό δουλεύω σε 2 δουλειές για να μπορέσω κάποια στιγμή να μείνω μόνος μου. Αλλά και πάλι τόσο λίγα χρήματα δε φτάνουν ούτε για τα πάγια έξοδα ενός σπιτιού. Με αυτά τα χρήματα δεν μπορώ να πληρώνω δίδακτρα για να σπουδάσω, ούτε τον απολύτως απαραίτητο εξοπλισμό που χρειάζονται όλες οι σπουδές, όπως ο υπολογιστής και φυσικά ούτε λόγος για να καλύψω και με δεύτερη δουλειά μετά από αυτά το ρεύμα μου, το ενοίκιο, τα κοινόχρηστα, να αντιμετωπίσω τα έξοδα μιας μετακόμισης, να αγοράσω κάποια βιβλία που θα με βοηθούσαν στις σπουδές μου, να βγω με φίλους μου, να έχω οποιαδήποτε μορφή κοινωνικής ζωής, γιατί έχει κι αυτή κάποια έξοδα. Όπως έχει διαμορφωθεί στη γενιά μου η κατάσταση, το να βρεις οποιαδήποτε δουλειά θεωρείται μεγάλη τύχη. Έτσι δουλεύουμε όπου βρίσκουμε κι όχι όπου οι σπουδές μας, μας έχουν προετοιμάσει. Το χειρότερο είναι ότι μ’ αυτά τα χρήματα είσαι μονίμως κουρασμένος και ταυτόχρονα δεν έχεις κανένα κίνητρο και καμία αντοχή σαν εργαζόμενος να είσαι καλός στη δουλειά που κάνεις. Η ποιότητα ζωής μας έχει εξανεμιστεί. Δεν έχουμε ούτε χρόνο, ούτε χρήματα. Δεν έχουμε κίνητρο για μελλοντική εξέλιξη σε ό,τι κάνουμε. Οπότε πέφτει και η ψυχολογία μας. Χωρίς ποιότητα ζωής, επαγγελματικό κίνητρο, αμφίβολη ασφάλεια υγείας, με πεσμένο ηθικό και σωματικές δυνάμεις, εύκολα χάνεις την ταυτότητά σου. Σήμερα έτσι απλά, δεν μου επιτρέπεται να κάνω αυτά που θα με έκαναν καλύτερο στις σπουδές μου και στη δουλειά μου. Να συμμετέχω σε έναν διαγωνισμό στην Ελλάδα, πολύ πιο ανέφικτο να συμμετέχω σ’ έναν παγκόσμιο διαγωνισμό. Και στα δύο υπάρχει οικονομική συμμετοχή. Είναι πλέον μακρινό όνειρο το να συμμετέχω σε σεμινάρια ακόμα και στη χώρα μου. Οι γονείς μου πληρώνουν μόνο φόρους. Δεν αντέχουν να μου πληρώσουν και δίδακτρα. Γινόμαστε η γενιά των καταθλιπτικών που αναγκαστικά δεν μπορεί να βάλει στόχους. Εδώ, δεν εκπληρώνεται ο βασικός, η επιβίωση. Μας λείπει το παρόν και δεν βλέπουμε να διαγράφεται μέλλον.


Αναστασία

Είμαι 23 ετών. Δουλεύω σε ένα μπαρ και βγάζω περίπου 350 ευρώ για 16-30 ώρες την εβδομάδα, αναλόγως πόσο μου επιτρέπει το πρόγραμμα της Σχολής μου να δουλεύω. Σπουδάζω ψυχολογία, αλλά στην Ελλάδα στον τομέα μου θεωρώ ότι το τοπίο είναι πολύ σκοτεινό. Μου έχουν συμβεί διάφορα περιστατικά στη δουλειά. Οι αγενείς πελάτες, το κυνηγητό για να μην φύγει κανείς χωρίς να πληρώσει είναι ζητήματα που ο καθένας πιστεύω ότι αντιμετωπίζει όταν δουλεύει σέρβις. Το χειρότερο όμως για εμένα είναι οι μεθυσμένοι που δεν σέβονται τίποτα. Δεν σκέφτονται ότι εκεί που αυτοί πάνε για διασκέδαση εγώ πάω να δουλέψω και το μόνο που κάνουν είναι να απαιτούνε και να με εμποδίζουν την ώρα της δουλειάς μου. Επιβιώνω καλύπτοντας τα βασικά μου έξοδα, χάρη στις εκπτώσεις και τις προσφορές. Πλέον η επιλογή για έξοδο εξαρτάται από την τιμή του καφέ ή του ποτού. Ζω με τους γονείς μου, αλλά στην πραγματικότητα ποιος δεν θα ήθελε να μένει μόνος του; Το να φύγω από το σπίτι με αυτά τα λεφτά δεν γίνεται γιατί προφανώς είναι αδύνατον. Περιμένω να τελειώσω τις σπουδές μου και να δω αν θα μείνω στην Ελλάδα ή μήπως φύγω στο εξωτερικό. Η κατάσταση πάντως δεν νομίζω ότι θα αλλάξει στο κοντινό μέλλον. Οι ευκαιρίες για δουλειές με καλό μισθό είναι ελάχιστες και η ζήτηση τεράστια.

πηγή:vice.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου