Στην ισχυρότερη θέση μετά τον Αντενάουερ, σχεδόν μισό αιώνα πριν, βρίσκει την Άγγελα Μέρκελ η επόμενη ημέρα των γερμανικών εκλογών, καθώς η Καγκελάριος βρέθηκε κοντά ακόμα και στην αυτοδυναμία, κάτι που έχει συμβεί μεταπολεμικά μόνο το 1957. Το ποσοστό των Χριστιανοδημοκρατών (CDU/CSU) «άγγιξε» το 42% για πρώτη φορά μετά το 1990, όταν ο Χέλμουτ Κολ θριάμβευε ως ο Καγκελάριος που ξαναένωσε τη Γερμανία.
Η συγκυβέρνηση αποδείχτηκε καταστροφική για τους Ελεύθερους Δημοκράτες (FDP), που είδαν 2,2 εκατομμύρια ψηφοφόρους τους το 2009 να μετακινούνται τώρα στο κόμμα της Καγκελαρίου Μέρκελ, με αποτέλεσμα οι ίδιοι να μείνουν εκτός του ομοσπονδιακού κοινοβουλίου, για πρώτη φορά μεταπολεμικά.
Αυτή η «κατάρα» της συνεργασίας μαζί της θα κυνηγάει τη Μέρκελ από εδώ και μπρος. Οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), που θα είναι πιθανότατα ο νέος κυβερνητικός εταίρος, έχουν ήδη υπάρξει θύματα την περίοδο 2005-09, όταν η συνεργασία με τη Μέρκελ τους οδήγησε στο χαμηλότερο ποσοστό μεταπολεμικά (23%) από το οποίο δεν κατάφεραν να ανακάμψουν σημαντικά ούτε αυτή τη φορά. Εδώ ίσως βρίσκεται και το μόνο πρόβλημα για την Καγκελάριο: Αυτή τη φορά στο SPD θα προσπαθήσουν να μην επαναλάβουν τα λάθη του παρελθόντος και να εμφανιστούν περισσότερο διεκδικητικοί.
Η εκλογική επίδοση δεν βοηθά, βέβαια, την διαπραγματευτική προσπάθεια των Σοσιαλδημοκρατών. Μπορεί να αύξησαν το ποσοστό τους για πρώτη φορά από το 1998 (από όταν δηλαδή ο Σρέντερ διαδέχτηκε τον Κολ) πλην όμως η διαφορά από το CDU/CSU μεγάλωσε από τις 10 στις 16 ποσοστιαίες μονάδες (μεγαλύτερη «ψαλίδα» μετά το 1957). Στις διαπραγματεύσεις για τον νέο κυβερνητικό συνασπισμό, γνωρίζουν ότι η Καγκελάριος Μέρκελ έχει και άλλη εναλλακτική: τους Πράσινους.
Οι Πράσινοι δεν κατάφεραν να κεφαλαιοποιήσουν στην κάλπη τα δημοσκοπικά κέρδη των προηγούμενων ετών, όταν φαινόταν ότι μπορεί να εκτοπίσουν το SPD από τη δεύτερη θέση. Τελικά το ποσοστό τους είναι χαμηλότερο εκείνου του 2009 (10,7%) και αντίστοιχο εκείνου του 2005 (8,7%), όταν οι Πράσινοι εξέρχονταν από την κυβέρνηση Σρέντερ. Αυτή τη φορά θα μπορούσαν να συγκυβερνήσουν με τη Μέρκελ. Το πιθανότερο, όμως, είναι η Καγκελάριος να τους χρησιμοποιήσει ως διαπραγματευτικό χαρτί αλλά τελικά να συνεργαστεί με το SPD, προκρίνοντας τον Μεγάλο Συνασπισμό ενόψει και των σημαντικών αποφάσεων που θα ληφθούν το επόμενο διάστημα σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Τις αποφάσεις αυτές της Μέρκελ σίγουρα δεν θα στήριζε το ευρωσκεπτικιστικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Δεν τις στήριξε σε αρκετές περιπτώσεις την προηγούμενη τετραετία το συμπολιτευόμενο FDP και το «αδελφό» βαυαρικό CSU. Τις στήριξαν, αντίθετα, το SPD και οι Πράσινοι, οπότε στη νέα βουλή η συνεννόηση θα είναι ευκολότερη στην ευρωπαϊκή πολιτική. Αυτό βέβαια, ισχύει, υπό την προϋπόθεση ότι το SPD ή οι Πράσινοι δεν θα ζητήσουν από τη Μέρκελ κάποια σημαντική υποχώρηση (π.χ. έκδοση Ευρω-ομολόγου ή εκτύπωση χρήματος από την ΕΚΤ) – κάτι που άλλωστε δεν διαφαίνεται. Το πιθανότερο είναι ότι η ευρωπαϊκή πολιτική δεν θα μεταβληθεί ουσιαστικά.
Κάτι τέτοιο δεν θα συνέβαινε ούτε αν το AfD είχε καταφέρει να ξεπεράσει το 5%. Ακόμα και αν σε όλα τα υπόλοιπα θέματα υπήρχε συμφωνία, η Μέρκελ θα προτιμούσε κάθε άλλη συνεργασία παρά να υιοθετήσει τις ευρωσκεπτικιστικές απόψεις. Με το ποσοστό που εξασφάλισε το AfD απέδειξε ότι υπάρχει όντως πολιτικός χώρος για τους Γερμανούς ευρωσκεπτικιστικές και αυτό πιθανότατα θα γίνει αντιληπτό από όλους την προσεχή άνοιξη, στις ευρωεκλογές. Αυτές θα είναι το μεγάλο στοίχημα επιβίωσης για το FDP, που το 2009 είχε λάβει 11%.
Στο νέο ομοσπονδιακό κοινοβούλιο το μόνο κόμμα με διαφορετική ευρωπαϊκή πολιτική θα είναι η Αριστερά. Μπορεί να σημείωσε τη μεγαλύτερη υποχώρηση από όλα τα κόμματα (πάνω από 3 ποσοστιαίες μονάδες) αλλά για πρώτη φορά στην ιστορία κατάφερε να αναδειχθεί τρίτο κόμμα. Το ποσοστό του 2009 (11,9%) γρήγορα αποδείχθηκε μια προσωρινή αναλαμπή που η Αριστερά δεν κατάφερε να διατηρήσει. Σταθεροποιείται, όμως, σε ποσοστά κοντά στο 10% και ενδεχομένως στις ευρωεκλογές να βελτιώσει το ποσοστό του 2009 (7,6%).
Οι ευρωεκλογές θα είναι η τελευταία ευκαιρία για τους Πειρατές, που μετά τη δημοσκοπική έκρηξη των προηγούμενων ετών, τελικά μετά βίας κατάφεραν να βελτιώσουν ελαφρώς το ποσοστό τους (2,2% από 2%), μένοντας με μεγάλη διαφορά εκτός βουλής. Μικρή υποχώρηση κατέγραψε τέλος, το ακροδεξιό NPD, υποχωρώντας στο 1,3% από 1,5%.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου